ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ 2018-2019

“ΠΡΟΧΩΡΩ ΧΩΡΙΣ ΣΚΛΗΡΟ ΚΑΙ ΑΥΣΤΗΡΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ”

Ο γνωστός καθηγητής και συγγραφέας Θεοδόσης Πελεγρίνης μίλησε στοAthens  Art Theater και στην Άννα Χατζή για την φιλοσοφία, τη συγγραφή , το θέατρο, την υποκριτική, την ταινία “Πανδημία” του Δημήτρη Πιατάστην οποία πρωταγωνίστησε και βραβεύτηκε, τα έργα του, την νέα του θεατρική παράσταση ” Τρύπιο Βαρέλι” και τα επόμενα του σχέδια.

Ένας καθηγητής Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών όπως εσείς πως αποφασίζει να ασχοληθεί με το θέατρο και την υποκριτική;

Με το θέατρο ασχολούμαι από παλιά. Ήδη από τις τελευταίες τάξεις του Λυκείου παρακολουθούσα πολύ, μανιωδώς θα μπορούσα να πω, θεατρικές παραστάσεις. Κι αργότερα, όταν πλέον αποφάσισα να ακολουθήσω τον δρόμο της φιλοσοφίας, στο πλαίσιο της Αισθητικής, από τους βασικούς κλάδους της φιλοσοφίας, κατέγινα ερευνητικά, μεταξύ άλλων, στην τέχνη του θεάτρου. Στο πλαίσιο των φιλοσοφικών εκείνων αναζητήσεων μου διαπίστωσα ότι μεταξύ φιλοσοφίας και θεάτρου υπάρχει εγγενής δεσμός. Τόσον η φιλοσοφία όσον και το θέατρο, ορισμένως, τα δύο μεγαλύτερα επιτεύγματα του ελληνικού πολιτισμού, όπως επεσήμανε ο Νίτσε, στηρίζονται στον διάλογο. Στο θέατρο ο διάλογος διεξάγεται μεταξύ των υποκριτών, των προσώπων που ερμηνεύουν τους ρόλους του έργου που λαμβάνει χώρα στην σκηνή. Αλλά και η φιλοσοφία, από την πρώτη στιγμή της εμφανίσεώς της, εισήχθη στον στίβο του πολιτισμού μέσω του διαλόγου. Ο Θαλής από την Μίλητο στα παράλια της Μ. Ασίας, ο πρώτος φιλόσοφος, ισχυρίστηκε ότι η αρχή του κόσμου είναι το νερό, για να του αντιτείνει ο μαθητής του Αναξίμανδρος ότι είναι το άπειρον. Ήταν η πρώτη μορφή φιλοσοφικού διαλόγου, για να ακολουθήσει ο διάλογος μεταξύ του Ηράκλειτου και του μαθητού του Κρατύλου, μεταξύ του Παρμενίδη και του μαθητού του Ζήνωνα του Ελεάτη, μεταξύ του Σωκράτη και των ποικίλων συνομιλητών του, και ούτω καθεξής. Ο Πλάτων χαρακτήρισε την φιλοσοφία με τον όρο «διαλεκτή», σαν ένα πεδίο ανταλλαγής απόψεων και θέσεων, την διαδικασία εκείνη όπου  ο ένας λέει την γνώμη του δίνοντας παράλληλα όμως το δικαίωμα στον άλλο να διατυπώνει και να υπερασπίζεται την δική του άποψη. Ασφαλώς, η ενεργός εμπλοκή μου με το θέατρο ως ηθοποιού δεν υπαγορεύθηκε από τις θεωρητικές αυτές αναζητήσεις μου. Οι θεωρητικές αυτές επισημάνσεις μου απλώς δικαιολογούν ότι η απόσταση μεταξύ φιλοσοφίας και θεάτρου κάθε άλλο παρά χαοτική είναι. Αν κατέληξα, ή πέτυχα αν θέλετε, να ανέβω στην σκηνή και να εκφραστώ ως ηθοποιός, τούτο οφείλεται σε μια σειρά συγκυριών –όπως άλλωστε έχει συμβεί με πολλά πράγματα στην ζωή μου ως τώρα. Την δεκαετία του 1990, στο πλαίσιο επιστημονικών συνεδρίων, οργάνωσα επαγγελματικές παραστάσεις υψηλού αισθητικού επιπέδου με σημαντικούς ανθρώπους του θεάτρου, όπως ο Κώστας Καζάκος, ο Πέτρος Φυσσούν, ο Σοφοκλής Πέππας, ο Γιάννης Καλαντζόπουλος, η Ράνια Οικονομίδου, η Δέσποινα Κούρτη, η Μυρτώ Αλικάκη, ο Άγγελος Αντωνόπουλος, ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος, ο Γιώργος Κέντρος, ο Μάνος Βακούσης, ο Γιάννης Στεφόπουλος, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, η Νικαίτη Κοντούρη, ο Γιώργος Πάτσας, ο Βασίλης Νικολαϊδης ή ο Αλέξανδρος Μυλωνάς. Στις παραστάσεις εκείνες ο ρόλος μου ήταν εκείνος του παραγωγού. Και αργότερα, στην επόμενη δεκαετία, απετόλμησα να γράψω μια σειρά θεατρικών έργων γύρω από την ζωή και την διδασκαλία κορυφαίων φιλοσόφων, τα οποία παρουσιάστηκαν στην Αίθουσα «Νίκος Σκαλκώτας» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Αυτά και άλλα συναφή γεγονότα ήταν η αιτία, που με ρωτάτε, για να ασχοληθώ ενεργά με την υποκριτική. Όχι, δεν ανήκω στην χορεία των προσώπων εκείνων που έχουν να λένε πως το μικρόβιο του ηθοποιού το είχαν από παιδί. Δεν θυμάμαι να έπαιξα σε καμιά θεατρική παράσταση στο σχολείο ή και στο πανεπιστήμιο ακόμη ως φοιτητής.    

Η συμμετοχή σας στην ταινία του Δημήτρη Πιατά «Πανδημία» σας χάρισε το βραβείο καλύτερης ερμηνείας. Το περιμένατε;

Πάντα οι προγραμματισμοί στην ζωή μου ήταν γενικοί και αόριστοι. Προχωρώ χωρίς συγκεκριμένο και αυστηρό προσανατολισμό. Απλώς φροντίζω κάθε στάδιο που διατρέχω προς τον ασαφή στόχο μου να κάνω το καλύτερο δυνατόν, αυτό που μου επιτρέπουν οι δυνάμεις μου. Δεν με ενδιαφέρει τόσο το αποτέλεσμα της προσπάθειάς μου, όσο με βασανίζει η ίδια η προσπάθεια. Έτσι, όταν στο τέλος έρθει η επιτυχία μού μοιάζει πάντα απρόσμενη, όπως στην περίπτωση της βράβευσής μου ως καλύτερου ερμηνευτού στην ταινία του κ. Δημήτρη Πιατά «Πανδημία» στο Φεστιβάλ του Λονδίνου για τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Αλλά επιτρέψτε μου να σημειώσω και τούτο: όταν στο τέλος μιας προσπάθειάς μου  έρθει η αποτυχία, παρηγορούμαι στην σκέψη πως έκανα ό, τι περνούσε από το χέρι μου –δεν αδιαφόρησα, δεν κορόιδεψα, δεν εγκατέλειψα. Είναι κι ένα σημάδι, σκέφτομαι,η αποτυχία για να πάρω κάποιον άλλο δρόμο από εκείνον που ακολούθησα, μήπως και στην νέα μου αυτή προσπάθεια σταθώ πιο τυχερός.

Τι σας ωθεί στη συγγραφή κειμένων και θεατρικών έργων;

Διαβάζοντας κάποτε την βιογραφία του Γεωργίου Παπανικολάου, του δικού μας κορυφαίου παγκοσμίως ιατρού και βιολόγου, στάθηκα σε ένα εξομολογητικό του σχόλιο που έλεγε περίπου (δεν θυμάμαι τα ίδια του τα λόγια) ότι δεν τον ενδιέφερε να είναι ευτυχισμένος, να εργάζεται ήθελε μόνο. Νομίζω πως η φράση αυτή εκφράζει την στάση μου απέναντι στην ζωή. Δουλεύω ακατάπαυστα. Και σας διαβεβαιώ δεν είναι ό, τι πιο ευχάριστο και αβίαστο Σκληρό είναι και επώδυνο. Δουλειά την λέμε, και είναι δουλεία. Είναι όμως αυτό που με γεμίζει. Είναι ο μόνος τρόπος η δουλειά να κάνεις κάτι στην ζωή σου. Ο Σοπενχάεουερ έλεγε ότι τρία πράγματα χρειάζονται για να πετύχει κανείς: πρώτον μόχθος, δεύτερον μόχθος, τρίτον μόχθος. Μέσα στο πάθος μου αυτό  για δουλειά η πρόκληση για συγγραφή (δεν ξεχωρίζω την δοκιμιακού χαρακτήρα συγγραφή από την θεατρική) έρχεται ως φυσικό επακόλουθο. Δεν είναι στην σκέψη μου ποτέ να περάσει (προσπαθώ έστω να μην περάσει) μέρα που να μην γράψω κάτι –καλό, κακό, ανόητο, ό, τι να ’ναι. H ρωμαϊκή ρήση nulla dies sine linea είναι βασικό αξίωμα στην ζωή μου.

Πως θα χαρακτηρίζατε την ενασχόληση σας με το θέατρο και την υποκριτική, πρόκληση ή ρίσκο;

Θα έλεγα και τα δυο. Πρόκληση και ρίσκο. Το θέατρο είναι, μεταξύ άλλων, θα έλεγα, η αποκάλυψη της ζωής στην πολυπλοκότητά της. Ζώντας την ζωή σαν φυσικό, βιολογικό φαινόμενο δεν καταλαβαίνομε ούτε κατ’ ελάχιστο την πολυπλοκότητα της, δεν παίρνομε κάν μυρωδιά κατά το δη λεγόμενο το πόσο σύνθετη είναι η ζωή και στην πιο απλή ακόμ εκδήλωσή της. Την πολυπλοκότητα της ζωής την αντιλαμβανόμεθα στο θέατρο, δοκιμάζοντας συγκεκριμένα κανείς ως ηθοποιός έναν ρόλο στην σκηνή. Μπορεί στο θέατρο, για να πετύχω όπως πρέπει, με αληθοφανή τρόπο μια απλή κίνηση έτσι ώστε να φαίνεται αυτή ότι είναι πραγματικά μια κίνηση της ζωής, να χρειαστεί να κάνω άπειρες πρόβες. Αυτήν την σημασία της απλής κίνησης, που το θέατρο μου δίνει την ευκαιρία να την καταλάβω δοκιμάζοντας ξανά και ξανά, στην ζωή δεν έχω την δυνατότητα να την αντιληφθώ. Κάνομε χιλιάδες πράγματα στην ζωή μηχανικά δίχως να τα σκεφτόμαστε και να καταλαβαίνομε την σημασία τους και την αξία τους. Το θέατρο λοιπόν είναι μια πρόκληση να εγκύψω (και όχι ενσκήψω, όπως λένε πολλοί βαρβαρίζοντες) στην ζωή, για να κατανοήσω την ζωή πέρα από την μηχανική βίωσή της. Είναι και ρίσκο το θέατρο. Ειδικώς για πρόσωπα, όπως εγώ, που παρεισφρέουν στο θέατρο έχοντας εντρυφήσει σε έναν άλλο τομέα του πολιτισμού. Είναι έτοιμοι να σε κατασπαράξουν. Και προσέξτε, είναι άλλο πράγμα να αποφασίσεις να δράσεις στο θέατρο πίσω ή έξω από την σκηνή, ως συγγραφέας ή ως σκηνοθέτης παραδείγματος χάριν, κι άλλο να εκτεθείς με το σώμα σου πάνω στην σκηνή. Αυτό το ρίσκο το πήρα. Πλήρωσα γι’ αυτό (ίσως περισσότερο ακριβά από όσο ίσως μου άξιζε). Δεν μετανιώνω, βέβαια. Απόδειξη ότι, παρά τις ανοίκειες επιθέσεις εναντίον μου, συνεχίζω.     

Η μεταφορά πολλών έργων σας στο θεατρικό σανίδι τι στόχο έχει;

Τον στόχο που έχει η τέχνη γενικά, τον σκοπό τον οποίο υπηρετεί το κάθε έργο τέχνης χωριστά: ήγουν την αισθητική απόλαυση. Να νιώσει ο θεατής, μετά το τέλος της παράστασης, μια ικανοποίηση που δεν μπορεί να του προσφέρει, ας πούμε, το φαγητό, το σεξ, το κολύμπι, μια εκδρομή στην φύση, το σκάκι, ό, τι τέλος πάντων κάνομε ή δικαιούμεθα ή μπορούμε να κάνομε στην ζωή. Αποστολή του θεάτρου, όπως κάθε άλλου είδους τέχνης, είναι να εξασφαλίσει την χαρά του ωραίου. Το ωραίο, ξέρετε, δεν είναι το ανώδυνο, το ευχάριστο, το χαρούμενο, το γλυκερό. Είναι το βαθειά αισθαντικό, εκείνο που συγκλονίζει τον θεατή ή τον ακροατή συθέμελα χωρίς ο ίδιος να ξέρει το πώς και το γιατί και το προς το τι. Προδήλως αναφέρομαι, εν προκειμένω, στα μεγάλα έργα της δραματικής τέχνης. Δεν μιλώ για τις καλλιτεχνικές επιδόσεις της ταπεινότητάς μου –μην παρεξηγηθώ.  

Picture

Η νέα σας θεατρική δουλειά «Τρύπιο Βαρέλι» βασίζεται σε πολλά φιλοσοφικά καθημερινά ερωτήματα που μας απασχολούν. Είναι στην προτεραιότητα σας ο συνδυασμός της φιλοσοφίας με την τέχνη;

Άλλο φιλοσοφία και άλλο τέχνη. Μπορεί η στόχευσή τους να είναι κοινή, αλλά ως προς την άσκησή τους διαφέρουν σαφώς. Τόσο η τέχνη όσο και η φιλοσοφία δεν αποσκοπούν στο να μας δείξουν τι συμβαίνει στην πραγματικότητα (αυτό είναι δουλειά της επιστήμης), αλλά στο να μας υποδείξουν τι θα έπρεπε ή τι θα μπορούσε να ισχύει, δεν έχουν σκοπό να περιγράψουν τον κόσμο όπως τον αντιλαμβανόμαστε με τις φυσικές αισθήσεις μας, αλλά να δείξουν πώς οφείλομε να σκεφτούμε τα πράγματα κατά την αξία τους. Η φιλοσοφία προσπαθεί να πετύχει τον στόχο της με την διατύπωση επιχειρημάτων και ιδεών, ενώ η τέχνη επιδιώκει να φθάσει στον στόχο της μέσα από τα υλικά που έχει στην διάθεσή της η καθεμιά από τις μορφές της (η ζωγραφική με τα χρώματα, η γλυπτική με το μάρμαρο ή το μέταλλο, η μουσική με τους μουσικούς φθόγγους και ούτω καθεξής). Όταν λοιπόν γράφω ένα φιλοσοφικού περιεχομένου δοκίμιο κύρια μέριμνά μου είναι να εκφραστώ με όσο γίνεται αρτιότερα επιχειρήματα και καθαρότερες ιδέες, ενώ όταν γράφω ένα θεατρικό έργο το ενδιαφέρον μου εστιάζεται στην σωστή επιλογή και την προσήκουσα χρήση των λέξεων προκειμένου να φτάσει στον αναγνώστη (ή τον θεατή αν πρόκειται για παράσταση) το μήνυμα που θέλω να εκπέμψω. Κάποτε ο ζωγράφος Ντεκά παραπονέθηκε στον ποιητή Μαλαρμέ πώς γίνεται, ενώ είχε όπως πίστευε λαμπρές ιδέες, να μην μπορεί να γράφει ποίηση. Και η απάντηση του Μαλαρμέ: καημένε Ντεκά η ποίηση δεν είναι ιδέες, είναι λέξεις. Αυτήν λοιπόν την σύγχυση του Ντεκά είναι που ενσύνειδα προσπάθησα να αποφύγω στο «Τρύπιο Βαρέλι»: να μην μπερδεύω την δουλειά του φιλοσόφου με την δουλειά του θεατρικού συγγραφέα. Κι όχι μόνο στο «Τρύπιο Βαρέλι» βέβαια, αλλά κάθε φορά που καταπιάνομαι με την συγγραφή ενός θεατρικού έργου.

Βασικό χαρακτηριστικό της παράστασης είναι ο σαρκασμός και το χιούμορ. Το χιούμορ είναι ένας τρόπος να βλέπουμε τα πράγματα με λιγότερο φόβο;

Η εντύπωση που κυριαρχεί είναι ότι το χιούμορ έχει μέσα του το στοιχείο της ελαφρότητος, που μας επιτρέπει να αντιμετωπίζομε την ζωή με περισσή άνεση και χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό. Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω. Το χιούμορ είναι ένας τρόπος να επιδεικνύει αυτός που το επικαλείται την υπεροχή του απέναντι σε εκείνον προς τον οποίον το στρέφει. Γενικώς, το γέλιο (του οποίου το χιούμορ, όπως ο σαρκασμός, η σάτιρα, το πνεύμα, αποτελεί έκφραση) δεν είναι άδολο, δεν είναι χαχάνισμα, δεν είναι εκφραστικό μέσο διασκέδασης, δεν είναι απλώς μια εξυπνάδικη αντίδραση. Το γέλιο, και συνεπώς το χιούμορ, κρύβει μέσα του κακία και μοχθηρία. Βλέπομε έναν άνθρωπο στον δρόμο να γλιστράει, να πέφτει και να κτυπάει από σοβαρά έως θανάσιμα κι εμείς γελάμε, ενώ θα έπρεπε να κλαίμε. Η μοχθηρία του γέλιου, εν προκειμένω, είναι προφανής. Ο Αριστοτέλης είχε πει ότι, μεταξύ των έμβιων πλασμάτων στον πλανήτη μας, το μοναδικό ον που γελάει είναι ο άνθρωπος, πράγμα που, επεκτείνοντας κανείς τον ισχυρισμό του Αριστοτέλη στα άκρα, μπορεί να σημαίνει ότι το αγριότερο ον στην φύση είναι ο άνθρωπος. Αναφορικώς τώρα προ το «Τρύπιο Βαρέλι», οι δύο ήρωες του, ο Μάκης και ο Λάκης, μεταχειρίζονται το χιούμορ σαν ένα σκληρό και αποτελεσματικό μέσο ανταγωνισμού, ένα όπλο που το χρησιμοποιούν προκειμένου ο ένας να επιβληθεί στον άλλο.

 
Μια ιστορία λοιπόν του «Τίποτα» και των «Πάντων».Τι συνδέει αυτές τις δύο έννοιες;


Η κοινή τους σημασία. Τόσο το «τίποτα» όσο  και «τα πάντα» παραπέμπουν μεν στην ανυπαρξία, στην διαγραφή κάθε μορφής παρουσίας, αλλά με εκ διαμέτρου διαφορετικό τρόπο. Η λέξη «τίποτα» παραπέμπει στην ανυπαρξία μέσα από τον απόλυτο εκμηδενισμό. Λέγοντας για κάποιον  ότι είναι ένα τίποτα, δεν λέμε τίποτα άλλο παρεκτός ότι αυτός δεν υπάρχει και συνεπώς δεν έχει νόημα να αναφερόμαστε σε αυτόν καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ο όρος «τα πάντα» επίσης παραπέμπει στην ανυπαρξία μέσα από την απεριόριστη γενίκευση όμως. Λέγοντας για κάποιον  ότι είναι τα πάντα, εννοούμε ότι πρόκειται για κάποιον που είναι, παραδείγματος χάριν, και πατριώτης και ωραίος και ευαίσθητος και ψηλός, αλλά είναι παράλληλα, εφόσον είναι τα πάντα, και προδότης και άσχημος και αναίσθητος και κοντός, πράγμα προφανώς αδύνατον, να είναι δηλαδή συγχρόνως και αυτό και το αντίθετό του. Το μυαλό μας μπορεί να χωρέσει τα πάντα, εκτός από την αντίφαση. Είναι δυνατόν, όσο εξωφρενικό κι αν είναι, να σκεφτώ ότι μπορεί να υπάρξουν γοργόνες, άσπρα κοράκια, άνθρωποι κάπου στο διάστημα και χίλια δυο άλλα τέτοια απίθανα, αλλά μου είναι αδύνατον να φανταστώ να υπάρξει ποτέ κάπου ένα τρίγωνο με δυο γωνίες, επειδή ακριβώς πρόκειται για αντίφαση.

Εσείς πώς αντιμετωπίζετε την καθημερινότητα και τους φόβους σας;

Αν εννοείτε «καθημερινότητα» τα σταθερώς επαναλαμβανόμενα κάθε μέρα στην ζωή μου πράγματα, δεν νομίζω να έχω ιδιαίτερο πρόβλημα. Η επανάληψη δεν είναι κατ’ ανάγκην ανυπόφορη. Τείνω να υιοθετήσω την άποψη των αρχαίων Στωικών και του Κίργκεγκωρ, του πατέρα του υπαρξισμού, ότι στην επανάληψη μπορεί να κρύβεται η προοπτική της αιώνιας ανανέωσης. Πιστεύω, για να μιλήσω συγκριμένα, ότι ο Σίσυφος που είχε καταδικαστεί από τους Θεούς στο μεγαλύτερο μαρτύριο, να κάνει δηλαδή ακαταπαύστως και δίχως τελειωμό κάθε μέρα το ίδιο πράγμα, να κουβαλάει έναν βράχο από την πεδιάδα στην κορυφή, είχε την δυνατότητα να ζήσει μια ζωή ανανεούμενη διαρκώς με νέες εμπειρίες, αν κάθε φορά που ανέβαζε τον βράχο έβρισκε να παρατηρήσει ή να κάνει κάτι που δεν το είχε δει ή δεν το είχε κάνει κατά την προηγούμενη ανάβασή του (επί παραδείγματι να χαζέψει ένα πουλάκι ή μια σαύρα που δεν είχε δει, να απολαύσει την μυρωδιά ενός λουλουδιού λουλούδι που το είχε προσπεράσει αδιάφορα, και τόσα άλλα). Η επανάληψη δεν έχει υποχρεωτικά αρνητικό πρόσημο, για να μεταχειριστώ μια έκφραση του συρμού,. Άλλωστε, αν το σκεφτείτε, τι είμαστε κι εμείς: ένα παρελθόν διαρκώς επαναλαμβανόμενο. Το παρόν μόλις εμφανιστεί, την ίδια στιγμή γίνεται παρελθόν. Το μέλλον δεν υπάρχει επίσης, γιατί μόλις φθάσομε εκεί θα γίνει παρόν, για να μετατραπεί αυτοστιγμεί σε παρελθόν πάλι. Μόνο το παρελθόν, λέει ο Ο’ Νηλ, υπάρχει που συμβαίνει ξανά και ξανά. Αυτή είναι η ζωή μας, μη ματαιοπονούμε με αυθαίρετους ακροβατισμούς. Η καθημερινότητα; Όχι, δεν μου είναι σχετλιαστική. Ανυπόφορες μου φαίνονται οι Κυριακές και οι αργίες. Το κακό είναι ότι δεν μου αρέσει να κοιμάμαι με τις ώρες και να είμαι ανενεργός, για να τις ξεπερνάω. Όσον αφορά εις τους φόβους μου, τους τρέμω, αλλά τους παλεύω κιόλας κοιτάζοντάς τους κατάματα. Δεν μπορώ να ζω μέσα στην ασάφεια, να προσποιούμαι ότι δεν υπάρχουν ενώ με περιμένουν στην γωνία. Η εμπρόθετη άγνοια, γενικώς, με σκοτώνει.
  
Υπήρξατε υφυπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Η πολιτική είναι ένας τομέας με τον οποίο θέλετε να ασχοληθείτε ;


Δεν ήταν ανάγκη να γίνω υφυπουργός για να ασχοληθώ με την πολιτική. Η πολιτική με ενδιέφερε ανέκαθεν, από την εφηβεία μου, αλλά όχι με την σημασία του οργανωμένου προσώπου μέσα σε κόμματα ή σε πολιτικούς και οποιουδήποτε άλλου είδους σχηματισμούς. Υπήρξα και εξακολουθώ να είμαι ένας πολίτης που ενδιαφέρομαι για τα κοινά και, στον βαθμό που μπορώ να συνεισφέρω με την σκέψη μου ή / και με την δράση μου, είμαι έτοιμος να το πράξω χωρίς να πάψω να αυτοκαθορίζομαι, να διαλέγομαι με πρόσωπα που τιμώ, να υπερασπίζομαι αρχές που ασπάζομαι. Η θητεία μου στο υπουργείο παιδείας μου έδωσε την ευκαιρία να δω την πολιτική από άλλη οπτική γωνία, από την οπτική του θεσμικού λειτουργού της πολιτικής. Ήταν μια εμπειρία με τα αρνητικά της και τα θετικά της (με τα θετικά μπορώ να  πω να πλεονεκτούν έναντι των αρνητικών), την οποία παρόλα αυτά δεν θα αντάλλασα με την θητεία μου στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο υπουργείο, εφόσον παραμένεις σε αυτό, είσαι υποχρεωμένος να ακολουθείς κατ’ αρχάς την πολιτική του Υπουργείου, κατόπιν την πολιτική της Κυβέρνησης και τέλος τις οδηγίες και τις εντολές του Πρωθυπουργό. Ως Πρύτανης έχεις μεγαλύτερο πεδίο δράσης. Μπορείς να παίρνεις πρωτοβουλίες αφήνοντας πίσω σου το στίγμα των επιλογών σου.

Σχέδια για το άμεσο μέλλον υπάρχουν;

Μέλλον, κάνοντας λογοπαίγνιο, είναι ό, τι με μέλλει, και ως εκ τούτου δεν παύει να με απασχολεί. Δεν είμαι το είδος του ανθρώπου που θα με ενθουσίαζε η ιδέα να έχω ένα σκυλάκι να το βγάζω βόλτα. Προτιμώ τις γάτες, πρέπει να σας πω. Τις λατρεύω! Είχαμε στο σπίτι μια γάτα, 17 χρόνια, κι έσβησε πέρσι προκαλώντας μου τόσο πόνο που δεν προτίθεμαι να ξαναπάρω γάτα για να μην  ξαναζήσω τέτοια εμπειρία. Χωρίς σκυλάκι και δίχως γάτα λοιπόν, το μέλλον είναι ολάνοικτο μπροστά μου να συνεχίσω όσα ξεκίνησα στην ζωή μου να κάνω: να γράφω και να παίζω στο θέατρο. Έχοντας πάντοτε την κρυφή ελπίδα μήπως μπορέσω και τα καταφέρω καλύτερα από δω και πέρα. 

Γεννήθηκα στη Ρόδο το 1992 και κατάγομαι από την μικρή αλλά πανεμορφη Σύμη. Είμαι απόφοιτη της σχολής Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε του τμήματος μηχανολογίας Αθηνών. Κατα τη διάρκεια των φοιτητικών μου χρόνων και συγκεκριμένα την χρονική περίοδο 2012-2015 υπήρξα μαθήτρια - ακροάτρια της Δραματικής σχολής του Ιάσμου. Η συχνή επαφή με το θέατρο και η παρακολουθηση θεατρικών παραστάσεων με οδήγησαν στην δημιουργία του θεατρικού Σάιτ Athens Art Theater καθώς συνειδητοποίησα την μαγεία του θεάτρου και την συμβολή του στην καθημερινότητα μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *