” Ένας καλός ηθοποιός κάνει πρωταθλητισμό σε όλη του τη ζωή”
Η σκηνοθέτις Εύχαρις Παπαϊωάννου μίλησε στο Athens Art Theater και στην Άννα Χατζή για τη σκηνοθεσία, την υποκριτική , τη μουσική, τη συγγραφή, την παράσταση “Δρ. Τζέικιλ και. κ. Χάιντ…αλλιώς“, τις δύο φύσεις του ανθρώπου, την προαιώνια διαμάχη του καλού με του κακού, την τηλεόραση και τα επόμενα της σχέδια.
Έχετε σκηνοθετήσει πάνω από σαράντα θεατρικά έργα παγκόσμιου ρεπερτορίου. Ποια είδη σας προσεγγίζουν περισσότερο;
Άρχισα να εργάζομαι σαν σκηνοθέτιδα αμέσως μόλις τελείωσα το Πανεπιστήμιο. Όλα αυτά τα χρόνια σκηνοθέτησα έργα διαφόρων θεατρικών ειδών και εποχών. Η έμπνευση για τις επιλογές των έργων προέκυπτε από τις ομάδες με τις οποίες συνεργαζόμουν αλλά και από προσωπικές αναζητήσεις και ενδιαφέροντα που είχα κατά περιόδους. Τα πρώτα χρόνια για παράδειγμα ασχολήθηκα πολύ με το σωματικό θέατρο και την commedia dell’arte. Με γοήτευε αυτή η εποχή και η αμεσότητα του αυτοσχέδιου θεάτρου. Αργότερα έδινα περισσότερο βάρος στο θεατρικό κείμενο. Έργα από το παγκόσμιο ρεπερτόριο που έχουν κάτι ενδιαφέρον να πουν στον σύγχρονο θεατή. Να τον συγκινήσουν, να τον προβληματίσουν, να τον τέρψουν, να τον “ταξιδέψουν”. Η αισθητική και η εικόνα πάντα συμπορεύονται με τον λόγο και έχουν την ίδια βαρύτητα στα έργα που σκηνοθετώ. Τα έργα που αναφέρονται σε παλιότερες εποχές και αυτό αποδίδεται και σκηνογραφικά, είναι συχνά επιλογή μου. Έχει τεράστια γοητεία για μένα το ταξίδι στο παρελθόν. Σε αυτά τα ταξίδια θέλω να παρασύρω και το κοινό.
Η μουσική και η συγγραφή τι ρόλο διαδραματίζουν στην καθημερινότητα σας;
Η μουσική πολύ. Ένα μουσικό κομμάτι προκαλεί συναισθήματα και εικόνες και μπορεί να σταθεί αφορμή για την επιλογή ενός έργου. Ακούω πολύ μουσική στην καθημερινότητά μου και συχνά κάνω τη μουσική επιμέλεια στις παραστάσεις που ανεβάζω. Έχω την τύχη να έχω συνεργαστεί με εξαιρετικούς μουσικούς όπως ο Κώστας Χαριτάτος, ο Λάμπρος Παπαδίας και τα τελευταία χρόνια η Δήμητρα Καραμπεροπούλου. Όταν το έργο δίνει τη δυνατότητα να έχουμε πρωτότυπη μουσική και τραγούδια, όπως αυτό που ανεβάζουμε φέτος, είμαι ευτυχής. Η μουσική και το θέατρο είναι απόλυτα συνδεδεμένα. Και ο λόγος άλλωστε εμπεριέχει μουσική και ρυθμό. Με τη συγγραφή έχω ασχοληθεί πολύ λιγότερο. Κυρίως διασκευές όπου αυτό χρειάστηκε. Υπάρχουν όμως ειδικότεροι από εμένα σε αυτόν τον τομέα, όπως η συνεργάτιδά μου Εύη Ρόμπου που μεταφράζει και επιμελείται τα κείμενα που ανεβάζουμε τα τελευταία χρόνια. Είναι μεγάλη χαρά να έχεις σταθερή συνεργασία με ταλαντούχους ανθρώπους που συντονίζονται με τον δικό σου τρόπο σκέψης και κάνουν πράξη τα οράματά σου.
Ο συνδυασμός της υποκριτικής με τη σκηνοθεσία είναι πάντα στα θέλω σας;
Η σκηνοθεσία ήρθε ως επιλογή χωρίς πολλή σκέψη. Ηδη από τα μαθητικά μου χρόνια ήταν ο ρόλος που έπαιρνα συχνά σε σχολικές παραστάσεις. Το ίδιο και στο Πανεπιστήμιο. Αυτή ήταν και η πρώτη μου δουλειά όταν αποφοίτησα και συνεργάστηκα με Δήμους, συλλόγους και σχολεία ως δασκάλα και σκηνοθέτιδα θεατρικών ομάδων. Θεωρώ τη δουλειά του ηθοποιού πολύ ενδιαφέρουσα και πολύ δύσκολη συγχρόνως. Ένας καλός ηθοποιός κάνει πρωταθλητισμό σε όλη του τη ζωή. Το σώμα του και η ψυχή του είναι δοσμένα στην τέχνη του. Πρέπει να τα φροντίζει, να τα εκπαιδεύει και συχνά να τα καταπονεί. Πειθαρχία, αφοσίωση, εργατικότητα και αυταπάρνηση. Δε νομίζω να μπορούσα να κάνω αυτή τη ζωή. Όμως, επειδή σαν χαρακτήρας δε χρησιμοποιώ συχνά τη λέξη “ποτέ”, ίσως κάποια στιγμή να νιώσω την επιθυμία να βρεθώ από την άλλη πλευρά της σκηνής. Αυτή που φωτίζεται.
Πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση “Δρ. Τζέικιλ και. κ. Χάιντ…αλλιώς”;
Η παράσταση ανέβηκε πρώτη φορά από τον θίασο το Χειμώνα του 2019 στο Δημοτικό Θέατρο Κρυονερίου. Το Καλοκαίρι βραβεύτηκε στα θεατρικά βραβεία Κηφισιάς με το βραβείο καλύτερης παράστασης, βραβείο α’ ανδρικού ρόλου για τον Δημήτρη Βάτσο και βραβείο σκηνοθεσίας. Ξεκινώντας η χρονιά αποφασίσαμε να δώσουμε και κάποιες παραστάσεις στο κέντρο της Αθήνας, στο θέατρο Βαφείο-Λάκης Καραλής, με το οποίο έχω συνεργαστεί και στο παρελθόν. Τώρα πλησιάζουμε στο τέλος αυτής της γεμάτης διαδρομής και αισθάνομαι μεγάλη ικανοποίηση και χαρά για αυτή την πορεία. Την απολαύσαμε όλοι οι συντελεστές και η επικοινωνία της με το κοινό ήταν αυτή που είχαμε ως στόχο και ελπίδα. Μια παράσταση που κινήθηκε μέσα στα πλαίσια του “θεάτρου της γελοιότητας” (theatre of the ridiculous), μια μαύρη κωμωδία βασισμένη σε ένα ερεβώδες βικτωριανό έργο τρόμου με μια ματιά ανατρεπτική, περιπαικτική και πολύ κωμική.
Η επιλογή του έργου προέκυψε ή ήταν στοχευμένη;
Πάντα κάνω μεγάλη έρευνα για να καταλήξω στο έργο που θα ανεβάσω. Πρέπει να ταιριάζει με τη διάθεση που έχω εκείνη την περίοδο αλλά και με την ομάδα με την οποία θα συνεργαστώ. Να ταιριάξουν οι ρόλοι όσο γίνεται περισσότερο στους ηθοποιούς που είναι μόνιμοι συνεργάτες μου. Διαβάζω πολλά έργα, κάνω έρευνα στο διαδίκτυο και ακούω πολύ ραδιοφωνικό θέατρο. Τα τελευταία χρόνια αυτή την έρευνα την κάνουμε μαζί με την Εύη Ρόμπου, που είναι και η ίδια θεατρολόγος και μεταφράστρια. Το συγκεκριμένο έργο το πρότεινε εκείνη. Το είδος μου αρέσει πολύ, ταιριάζει πολύ στο χιούμορ μου και ήξερα από την αρχή πως θα το απολαύσουμε σε όλη τη διαδρομή. Πράγμα που συνέβη και συμβαίνει ακόμη και τώρα μετά από τόσες παραστάσεις. Η δυσκολία και το στοιχημα με τον εαυτό μου ήταν να βρω το όριο στο πόσο σουρεαλιστική θα είναι η απόδοση ετσι ώστε να το απολαύσουν οι θεατές και να κουμπώσει στο δικό τους χιούμορ. Νομιζω πως αυτο το καταφέραμε κρίνοντας από τις αντιδράσεις του κοινού σε κάθε παράσταση και από τις κριτικές που έχουμε δεχθεί.
Μία μαύρη κωμωδία. Πως συνδυάζεται η κωμωδία με το δράμα σε αυτή την παράσταση;
Η μαύρη κωμωδία ως είδος, καταπιάνεται κατεξοχήν με θλιβερά θέματα, όπως ο θάνατος, η αρρώστια, η σχιζοφρένεια κλπ. Το θέμα του έργου είναι σίγουρα πολύ δραματικό: ένας αξιόλογος γιατρός, ο δρ Τζέκιλ, κάνει πειράματα στον εαυτό του στο όνομα της επιστήμης. Η απελευθέρωση της σκοτεινής του πλευράς, που προσωποποιείται από τον κο Χάιντ, τον μεταμορφώνει από επιφανή επιστήμονα σε αιμοσταγή εγκληματία και τον οδηγεί σε τραγικό τέλος. Τα κοινωνικά θέματα τα οποία θίγονται είναι επίσης θλιβερά, όπως η δυστυχία των ανθρώπων που ζουν καταπιεσμένοι σε ένα υποκριτικό περιβάλλον καθωσπρεπισμού όπως επίσης οι διακρίσεις των τάξεων, η αλαζονεία και η ατιμωρησία της αριστοκρατίας. Το θέμα λοιπόν είναι σίγουρα δραματικό. Ο τρόπος όμως που παρουσιάζεται είναι πολύ κωμικός. Οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις είναι εξωφρενικές και τα κωμικά περιστατικά καταιγιστικά. Πάντα άλλωστε η κωμωδία είναι ένα μεταμφιεσμένο δράμα.
Το έργο μας δείχνει τις δύο φύσεις του ανθρώπου. Την προαιώνια διαμάχη του καλού με του κακού. Είναι όλοι οι άνθρωποι ικανοι για το κακό;
Πράγματι, πρόκειται για ένα έργο που αναφέρεται σε ένα πολύ σοβαρό και ενδιαφέρον ζήτημα της ανθρώπινης υπόστασης και των συνεπειών αυτού στην κοινωνία. Την ηθική διαρχία: Την ύπαρξη του καλού και του κακού μέσα μας και την πάλη τους στην αρένα της ανθρώπινης ψυχής. Παρατηρώντας αυτή τη διαμάχη, τίθενται ερωτήματα για την αρχέγονη φύση μας. Είμαστε θεμελιωδώς καλοί ή κακοί; Η κοινωνία υποτάσσει τον κακό μας εαυτό ή τον ενεργοποιεί; Οι θηριωδίες που έχουν σημειωθεί στην ανθρώπινη ιστορία και εξακολουθούν να γίνονται δίπλα μας, είναι αποτέλεσμα μιας φυσικής λειτουργίας που υπάρχει εκ γενετής σε κάποιους ανθρώπους, ή αποτέλεσμα εμπειριών στη ζωή που ξυπνούν το “τέρας” μέσα μας; Τα ερωτήματα είναι πολλά και οι απαντήσεις θολές. Επιστήμη, φιλοσοφία, θρησκεία έχουν καταπιαστεί με αυτά τα σοβαρά ερωτήματα τα οποία στάθηκαν έμπνευση για όλες τις μορφές τέχνης στο πέρασμα των αιώνων.
Τι οδηγεί τους ανθρώπους στο να κάνουν άσχημες σκέψεις και εν συνεχεία πράξεις;
Πολλές είναι οι αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν άσχημες σκέψεις αλλά και πράξεις στον άνθρωπο. Σίγουρα η τρωτή φύση του και ο φόβος του θανάτου, οι αδυναμίες της ανθρώπινης υπόστασης, οι τραυματικές εμπειρίες που μπορεί να υποστεί στη ζωή του, η κοινωνική συνθήκη μέσα στην οποία ζει, ο φανατισμός στο όνομα της θρησκείας ή της εθνικής ταυτότητας, η σχιζοφρένεια, η έλλειψη συναισθηματικής ασφάλειας και αγάπης είναι ορισμένες από αυτές. Σίγουρα όλοι οι άνθρωποι κινούμαστε μέσα σε ένα φάσμα ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι. Το ζήτημα είναι πόσο κοντά στα άκρα θα φθάσει κάποιος.
Ποια η σχέση σας με τις τηλεοπτικές εκπομπές και τις παρουσιάσεις καλλιτεχνικών προγραμμάτων;
Σχεδόν ανύπαρκτη. Σίγουρα υπάρχουν, κατά καιρούς, αξιόλογες τηλεοπτικές εκπομπές και καλλιτεχνικά προγράμματα, κατά τη γνώμη μου όμως αυτά είναι εξαίρεση στη μαζική τηλεοπτική παραγωγή.
Από το 2005 ασχολείστε και με την παραγωγή θεατρικών παραστάσεων. Πως προέκυψε αυτή σας η απόφαση;
Αυτό προέκυψε ως ανάγκη για την επίτευξη των καλλιτεχνικών μου οραμάτων. Δεν ήταν και δεν είναι επαγγελματικός στόχος. Γενικά στη δουλειά μου είμαι τελειομανής και συγκεντρωτική, έχοντας λοιπόν τη γενική επίβλεψη και την ευθύνη της παραγωγής μπορούσα να έχω το αποτέλεσμα που θέλω.
Η σκηνοθεσία κάποιου τηλεοπτικού σήριαλ θα σας ενδιέφερε;
Είναι ένας χώρος που δεν τον γνωρίζω. Δεν επεδίωξα ποτέ να ασχοληθώ με την τηλεόραση ή τον κινηματογράφο. Αυτό άλλωστε προϋποθέτει ειδική γνώση και χρόνο για να την αποκτήσεις. Σίγουρα όμως δεν μπορώ να το αποκλείσω για το μέλλον γιατί, όπως προείπα, την λέξη “ποτέ” τη χρησιμοποιώ σπάνια.
Σχέδια για το άμεσο μέλλον υπάρχουν;
Σχέδια υπάρχουν πάντα. Όταν ανέβει μία παράσταση, ακόμα και τη μέρα της πρεμιέρας, εγώ μπορεί να σκέφτομαι ποιο μπορεί να είναι το επόμενο έργο. Ήδη έχω ξεκινήσει πρόβες για τα δύο επόμενα που θα ανεβάσουμε με τους Act-ωρες και παράλληλα το μυαλό τρέχει και σε άλλες παραγωγές, ψάχνοντας πάντα κείμενα που στην προκειμένη φάση της ζωής μου θα με ιντριγκάρουν και θα με εμπνεύσουν.